Ο νέος φορολογικός νόμος που ψηφίστηκε πρόσφατα περιλαμβάνει το άρθρο που αλλάζει τις φορολογικές επιβαρύνσεις για τους χρήστες εταιρικών αυτοκινήτων. Πέραν της μεγάλης αδικίας που καταγράφεται στα λεγόμενα «καθαρά» αυτοκίνητα καθώς περιορίζεται η Τιμή Λιανικής προ Φόρων σε κάτω από τις 40.000 ευρώ υπάρχουν αρκετά σημεία που δεν έχουν γίνει κατανοητά με αποτέλεσμα οι χρήστες εταιρικών οχημάτων να είναι μπερδεμένοι. Αρχικά λοιπόν έχουμε τους πωλητές ή άλλους υπαλλήλους εταιρειών των οποίων η θέση δικαιολογεί τη χρήση εταιρικού οχήματος θα μπορούν να χρησιμοποιούν εταιρικό όχημα με Τιμή Λιανικής προ Φόρων έως 17.000 ευρώ χωρίς να επιβαρύνονται φορολογικά.
Τι γίνεται όμως σε περίπτωση που ο πωλητής ή ο διευθυντής δικτύου αποκτήσουν κάποιο όχημα με Τιμή Λιανικής προ Φόρων πάνω από τις 17.000 ευρώ;
Τότε η φορολογική επιβάρυνση για τον χρήστη του εταιρικού οχήματος είναι ακριβώς η ίδια όπως σε έναν υπάλληλο που δεν δικαιολογείται η χρήση εταιρικού οχήματος και η φορολογική επιβάρυνση είναι κλιμακωτή.
Για παράδειγμα αν ένας πωλητής επιλέξει ένα εταιρικό όχημα με Τιμή Λιανικής προ Φόρων 19.500 ευρώ τότε η επιβάρυνση δεν θα αφορά μόνο στο υπερβάλλον ποσό πάνω από τις 17.000 ευρώ αλλά ολόκληρο το ποσό της Τιμής Λιανικής προ Φόρων του οχήματος.
Ειδικότερα οι πρώτες 14.000 ευρώ θα φορολογηθούν με συντελεστή 4% οπότε η φορολογική αξία της παραχώρησης για τον εργαζόμενο υπολογίζεται σε 560 ευρώ, τα επόμενα 3.000 ευρώ θα υπολογιστούν με συντελεστή 20% γεγονός που «μεταφράζεται» σε 600 ευρώ και τα υπόλοιπα 2.500 ευρώ θα υπολογιστούν με συντελεστή 33% γεγονός και το αποτέλεσμα είναι 825 ευρώ.
Δηλαδή η συνολική επιβάρυνση για τον πωλητή ή άλλο υπάλληλο που δικαιολογεί η θέση του εταιρικό όχημα θα είναι 1.948 ευρώ ενώ αν είχε επιλέξει κάποιο μοντέλο με Τιμή Λιανικής προ Φόρων έως 17.000 ευρώ η φορολογική επιβάρυνση θα ήταν μηδενική! Τώρα αν ίσχυε η φορολογική επιβάρυνση να αφορούσε μόνο στο υπερβάλλον ποσό πάνω από τις 17.000 ευρώ για την Τιμή Λιανικής προ Φόρων τότε η φορολογική επιβάρυνση θα μειώνονταν στα 825 ευρώ…
Επίσης πάρα πολλοί αναγνώστες και ιδιοκτήτες εταιρικών αυτοκινήτων σχολιάζουν αρνητικά την επιβολή πλαφόν στα λεγόμενα «καθαρά» αυτοκίνητα επισημαίνοντας ότι περιορίζονται πολύ οι επιλογές τους ενώ όπως είχε επισημάνει και το Newsauto.gr το κράτος χάνει χρήματα από την ταξινόμησης ακριβότερων οχημάτων.
Επίσης έχει δημιουργηθεί και σε αυτή την κατηγορία οχημάτων μια παρανόηση καθώς πολλοί χρήστες αναρωτούνται αν επιλέξουν κάποιο όχημα που εκπέμπει κάτω από 50 γρ. CO2 αλλά έχει Τιμή Λιανικής προ Φόρων 50.000 ευρώ θα φορολογηθούν για το υπερβάλλον ποσό πάνω από τις 40.000 ευρώ που είναι αφορορολόγητο;
Και σε αυτή την περίπτωση δυστυχώς δεν ισχύει κάτι τέτοιο και αν το στέλεχος ή ο υπάλληλος μιας εταιρείας επιλέξουν όχημα που εκπέμπει κάτω από 50 γρ. CO2 και έχει Τιμή Λιανικής προ Φόρων 50.000 ευρώ θα επιβαρυνθεί κανονικά χωρίς καμία ελάφρυνση με τους νέους κλιμακωτούς συντελεστές.
Για παράδειγμα κάποιο στέλεχος αποκτά ένα εταιρικό όχημα που έχει Τιμή Λιανικής προ Φόρων 50.000 ευρώ και εκπέμπει 48 γρ. CO2.
Ο χρήστης του συγκεκριμένου εταιρικού οχήματος θα επιβαρυνθεί για τις πρώτες 17.000 ευρώ με 560 ευρώ καθώς ο συντελεστής είναι 4%, τα επόμενα 3.000 ευρώ υπολογίζονται με συντελεστή 20% οπότε το ποσό της φορολογικής επιβάρυνσης ανέρχεται σε 600 ευρώ, τα επόμενα 5.000 ευρώ θα φορολογηθούν με συντελεστή 35% γεγονός που «μεταφράζεται» σε 1.250 ευρώ, οι επόμενες 5.000 ευρώ θα υπολογιστούν με συντελεστή 37% και το φορολογικό ποσό επιβάρυνσης υπολογίζεται σε 1.850 ευρώ ενώ τα τελευταία 20.000 ευρώ θα υπολογιστούν με συντελεστή 20% το οποίο «μεταφράζεται» σε 4.000 ευρώ.
Δηλαδή η συνολική επιβάρυνση για ένα στέλεχος που θέλει να κινείται με ένα εταιρικό όχημα που εκπέμπει κάτω από 50 γρ. CO2 αλλά έχει Τιμή Λιανικής προ Φόρων ανέρχεται σε που δικαιολογεί η θέση του εταιρικό όχημα θα είναι 8.260 ευρώ ενώ αν είχε επιλέξει κάποιο μοντέλο με Τιμή Λιανικής προ Φόρων έως 40.000 ευρώ η φορολογική επιβάρυνση θα ήταν μηδενική! Τώρα αν ίσχυε η φορολογική επιβάρυνση να αφορούσε μόνο στο υπερβάλλον ποσό πάνω από τις 40.000 ευρώ για την Τιμή Λιανικής προ Φόρων τότε η φορολογική επιβάρυνση θα μειώνονταν στις 4.000 ευρώ…
Οι νέοι φορολογικοί συντελεστές στη χρήση εταιρικών αυτοκινήτων
Ο νέος φορολογικός νόμος ορίζει ξεκάθαρα ότι η αξία της παραχώρησης ενός οχήματος σε εργαζόμενο ή εταίρο ή μέτοχο από ένα φυσικό ή νομικό πρόσωπο ή νομική οντότητα, για οποιοδήποτε χρονικό διάστημα εντός του φορολογικού έτους, υπολογίζεται με βάση την ακόλουθη κλίμακα ως ποσοστό της Λιανικής Τιμής Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) του οχήματος ως εξής:
α) για ΛΤΠΦ από 0 έως 14.000 ευρώ ως ποσοστό τέσσερα τοις εκατό (4%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
β) για ΛΤΠΦ από 14.001 έως 17.000 ευρώ ως ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
γ) για ΛΤΠΦ από 17.001 έως 20.000 ευρώ ως ποσοστό τριάντα τρία τοις εκατό (33%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
δ) για ΛΤΠΦ από 20.001 έως 25.000 ευρώ ως ποσοστό τριάντα πέντε τοις εκατό (35%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
ε) για ΛΤΠΦ από 25.001έως 30.000 ευρώ ως ποσοστό τριάντα επτά τοις εκατό (37%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα,
στ) για ΛΤΠΦ πλέον των 30.001 ευρώ, ως ποσοστό είκοσι τοις εκατό (20%) της ΛΤΠΦ ως επιπλέον ετήσιο εισόδημα, ανεξάρτητα αν το όχημα ανήκει στην επιχείρηση ή είναι μισθωμένο με οποιονδήποτε τρόπο στα ανωτέρω πρόσωπα.
Το ανωτέρω ποσοστό καθενός οχήματος δεν επιμερίζεται σε περισσότερα του ενός πρόσωπα.
Η αξία της παραχώρησης του οχήματος μειώνεται βάσει παλαιότητας ως εξής:
ί) 0-2 έτη καμία μείωση
ii) 3-5 έτη μείωση δέκα τοις εκατό (10%)
iii) 6-9 έτη μείωση είκοσι πέντε τοις εκατό (25%)
ίν) Από 10 έτη και μετά μείωση πενήντα τοις εκατό (50%).
Από τις διατάξεις του παρόντος εξαιρούνται τα οχήματα που παραχωρούνται αποκλειστικά για επαγγελματικούς σκοπούς και έχουν Λιανική Τιμή Πώλησης προ Φόρων έως 17.000 ευρώ.
Η δαπάνη μίσθωσης εταιρικού επιβατικού αυτοκινήτου μηδενικών ή χαμηλών ρύπων έως 50 γρ. CO2/Km, με μέγιστη Λιανική Τιμή Προ Φόρων (ΛΤΠΦ) έως τις 40.000 Ευρώ, χορηγείται στην επιχείρηση δυνατότητα έκπτωσης από τα ακαθάριστα έσοδά της, κατά το χρόνο πραγματοποίησής της, προσαυξημένης κατά ποσοστό 30% ενώ ο χρήστης του οχήματος δεν επιβαρύνεται φορολογικά.
«Αγκάθι» η εφαρμογή του WLTP
H έλευση της 1η Μαρτίου 2020 θα σημάνει την ενεργοποίηση του νέου πρότυπου μέτρησης εκπομπών CO2 το οποίο αναμένεται να αυξήσει κατά τουλάχιστον 20% τις τιμές εκπομπών σε όλα τα μοντέλα. Αποτέλεσμα της παραπάνω ενέργειας θα είναι πολλά μοντέλα που εκπέμπουν 48 ή 49 γρ. CO2 να ξεπεράσουν το όριο που έχει θέσει ο νέος φορολογικός νόμος και πλέον δεν θα εξαιρούνται οι χρήστες τους από την φορολογική ατέλεια.
Σύμφωνα με στελέχη της αγοράς μακροχρόνιας μίσθωσης το οικονομικό επιτελείο θα πρέπει να αναπροσαρμόσει το όριο των εκπομπών CO2 αυξάνοντάς το κατά 20% όπως επίσης και την Τιμή Λιανικής προ Φόρων ώστε να μπορούν να συμπεριληφθούν περισσότερα μοντέλα για τους χρήστες εταιρικών αυτοκινήτων τα οποία κοστίζουν ακριβά και θα αυξήσουν τα κρατικά έσοδα τόσο από τον ΦΠΑ κατά τον εκτελωνισμό των οχημάτων όσο και από το κόστος μακροενοικίασης.