Σύμφωνα με τις πληροφορίες της οικονομικής επιθεώρησης Handelsblatt ο διευθύνων σύμβουλος της Volkswagen (VW) Χέρμπερτ Ντις εισηγήθηκε στο Εποπτικό Συμβούλιο της εταιρείας να περικοπούν συνολικά 30.000 θέσεις εργασίας, δηλαδή μία στις τέσσερις. Και αυτό στο πλαίσιο ενός συνολικού και μακρόπνοου σχεδίου αναδιάρθρωσης, προκειμένου η Volkswagen όχι απλώς να στραφεί στην ηλεκτροκίνηση, αλλά και να γίνει ανταγωνιστική με άλλες, μικρότερες εταιρείες του κλάδου και κυρίως με την αμερικανική Tesla, η οποία έχει ήδη ανοίξει μονάδα παραγωγής κοντά στο Βερολίνο.
Το ασυνήθιστο μάλιστα είναι ότι ο Χέρμπερτ Ντις προτείνει να αρχίσουν οι περικοπές όχι στα περιφερειακά εργοστάσια ή στο εξωτερικό, αλλά στην έδρα της VW, στο Βόλφσμπουργκ της βόρειας Γερμανίας, σε μία πόλη που ουσιαστικά ζει από την αυτοκίνηση. Φυσικά το σχέδιο προκαλεί έντονες αντιδράσεις- όχι μόνο από τα συνδικάτα, αλλά και μέσα στην εταιρεία. Σύμφωνα μάλιστα με την Handelsblatt τα μέλη του Εποπτικού Συμβουλίου της VW αντέδρασαν με έντονο τρόπο, λέγοντας ότι γνωρίζουν την ανάγκη να αντιμετωπιστεί η κατάσταση, αλλά «απαγορεύουν» σενάρια μαζικών απολύσεων.
Το «ζήτημα της ανταγωνιστικότητας»
Εκπρόσωπος της VW δεν θέλησε να σχολιάσει το περιστατικό και περιορίστηκε να δηλώσει ότι «αναμφισβήτητα θα πρέπει να εστιάσουμε στο ζήτημα της ανταγωνιστικότητας του εργοστασίου μας στο Βόλφσμπουργκ». Σύμφωνα με την Handelsblatt έχει ζητηθεί από τον Ντιτς να επεξεργαστεί εκ νέου τις προτάσεις του, καταθέτοντας στην επόμενη συνεδρίαση του Εποπτικού Συμβουλίου, τον Νοέμβριο, ένα εναλλακτικό σενάριο το οποίο δεν θα προβλέπει μαζικές απολύσεις.
Προς το παρόν, όπως επισημαίνει και η DW, οι προτάσεις Χέρμπερτ Ντιτς για περικοπές αφορούν αποκλειστικά την Volkswagen και όχι άλλες θυγατρικές του ομίλου, όπως η Audi, η Porsche ή η Seat. Σήμερα ο όμιλος της αυτοκινητοβιομηχανίας Volkswagen είναι ο μεγαλύτερος στον κόσμο και απασχολεί 600.000 εργαζόμενους σε 100 εργοστάσια. Στο εργοστάσιο της VW στο Βόλφσμπουργκ εργάζονται 25.000 και παράγουν κατά μέσο όρο 700.000 αυτοκίνητα τον χρόνο. Πάντως το 2020 η παραγωγή είχε μειωθεί λόγω της πανδημίας, ενώ για το 2021 προβλέπεται περαιτέρω μείωση, λόγω της έλλειψης ημιαγωγών παγκοσμίως.