Ο Luigi Ferraris, CEO της Terna, εταιρείας που διαχειρίζεται το δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας στην Ιταλία και ο CEO της FCA για την περιοχή ΕΜΕΑ, Pietro Gorlier, υπέγραψαν ένα Μνημόνιο Κατανόησης για τη συνεργασία των δύο ομίλων στην έρευνα των υπηρεσιών που αφορούν στα δίκτυα V2G, τα οποία επιτρέπουν τη σύνδεση των ηλεκτρικών και υβριδικών οχημάτων στο κεντρικό δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας.
Η συνεργασία περιλαμβάνει τη κατασκευή ενός πρωτοποριακού εργαστηρίου στο Τορίνο με την ονομασία E-mobilityLab, το οποίο θα επιτρέψει την πραγματοποίηση δοκιμών σχετικών με τις δυνατότητες των ηλεκτρικών οχημάτων να ενταχθούν στα συστήματα V2G και τις σχετικές υπηρεσίες που θα πρέπει να αναπτυχθούν ώστε να γίνει δυνατή η αποδοτική ανταλλαγή ενέργειας ανάμεσα στα οχήματα και το κεντρικό δίκτυο διανομής. Στην έρευνα θα συμμετέχει ένας στόλος ηλεκτρικών οχημάτων, ενώ θα δημιουργηθεί μία περιοχή V2G και μέσα στο βιομηχανικό συγκρότημα Mirafiori της FCA.
Όταν τα οχήματα είναι συνδεδεμένα στο σύστημα θα ανταλλάσσουν ενέργεια ανάλογα με τις απαιτήσεις ώστε να διασφαλίζουν τη βέλτιστη χρησιμοποίηση της ηλεκτρικής ενέργειας. Η παροχή ηλεκτρισμού στο δίκτυο από τα οχήματα θα βοηθήσει στη σταθεροποίηση του συστήματος και παράλληλα θα μειώσει το συνολικό κόστος χρήσης του αυτοκινήτου.
«Αυτή η συμφωνία επιβεβαιώνει το κεντρικό ρόλο της Terna στην έρευνα νέων τεχνολογιών. Η συνεργασία με έναν κορυφαίο όμιλο, όπως είναι αυτός της FCA, μας επιτρέπει να μοιραστούμε τη γνώση μας και να προχωρήσουμε σε ένα νέο, πιο αποδοτικό, πιο ασφαλές και φιλικό προς το περιβάλλον δίκτυο διανομής ηλεκτρικής ενέργειας», δήλωσε ο CEO της Terna, κ. Luigi Ferraris.
Από την πλευρά του ο CEO του ομίλου FCA για την περιοχή ΕΜΕΑ, κ. Pietro Gorlier, δήλωσε: «Αυτή η συνεργασία με την Terna έρχεται να πλαισιώσει μια σειρά νέων προϊόντων τα οποία θα παρουσιάσει η FCA στον τομέα της ηλεκτροκίνησης. Οι τεχνολογίες V2G θα βελτιστοποιήσουν τα οφέλη για τους χρήστες των οχημάτων, θα μειώσουν το κόστος χρήσης και παράλληλα με ένα φιλικό προς το περιβάλλον τρόπο θα βελτιώσουν τη λειτουργία και την αποδοτικότητα του συστήματος διανομής ηλεκτρικής ενέργειας.»