Ο οδηγός της McLaren Daniel Ricciardo κέρδισε το δραματικό Ιταλικό Grand Prix με δεύτερο το Lando Norris. Ο αγώνας χαρακτηρίστηκε από τη σύγκρουση μεταξύ των διεκδικητών του τίτλου, Max Verstappen (Red Bull) και Lewis Hamilton (Mercedes) στον 26ο γύρο, αυτό είχε ως αποτέλεσμα την εμφάνιση του αυτοκινήτου ασφαλείας για αρκετούς γύρους.
Αμφότερες οι McLaren χρησιμοποίησαν την ίδια στρατηγική: Σταμάτησαν μια φορά αλλάζοντας από P Zero κίτρινη μέση σε P Zero λευκή σκληρή γόμα. Αυτή ήταν η πιο διαδεδομένη στρατηγική στον αγώνα.
Απ’ όσους χρησιμοποίησαν εναλλακτική στρατηγική, πιο ψηλά στην 3η θέση, κατετάγη ο οδηγός της Mercedes, Valtteri Bottas. Εκκίνησε τελευταίος λόγω αλλαγής μηχανής (παρότι πήρε την pole την Παρασκευή) και στο πρώτο μέρος έβαλε τη σκληρή γόμα προτού αλλάξει σε μέση για το τέλος του αγώνα. Καθώς ήταν ο μόνος οδηγός με μέση γόμα στο δεύτερο μέρος, εκμεταλλεύτηκε τη διαφορά στο ρυθμό για να τερματίσει 3ος. Παρόμοια στρατηγική ακολουθούσε και ο Hamilton προτού εγκαταλείψει.
Η διαμόρφωση με τον κατατακτήριο αγώνα επέτρεψε σε όλους τους οδηγούς να έχουν ελεύθερη επιλογή ελαστικών στην εκκίνηση. Όλοι τους επέλεξαν την μέση γόμα εκτός από τις Mercedes, την Alfa Romeo του Robert Kubica και την Alpha Tauri του Pierre Gasly, που αποφάσισαν να εκκινήσουν με τη σκληρή γόμα C
Ο καιρός ήταν ζεστός κατά τη διάρκεια των 53 γύρων του Ιταλικού Grand Prix, με τη θερμοκρασία περιβάλλοντος γύρω στους 30 βαθμούς Κελσίου και τη θερμοκρασία οδοστρώματος πάνω από 40 βαθμούς Κελσίου ειδικά προς το τέλος του αγώνα.
Πως συμπεριφέρθηκε το κάθε ελαστικό
ΣΚΛΗΡΗ C2: Αυτή η γόμα ήταν το κλειδί στον αγώνα, με την πλειοψηφία των οδηγών να την χρησιμοποιούν στο τελευταίο μέρος. Μια αξιοσημείωτη εξαίρεση ήταν ο Bottas που την χρησιμοποίησε στην αρχή του αγώνα και εν τέλει τερμάτισε 3ος. Οι υψηλές θερμοκρασίες ευνόησαν αυτή τη γόμα και επέτρεψαν στους οδηγούς να πιέσουν στο μέγιστο χωρίς καθόλου πτώση απόδοσης από θερμική καταπόνηση (degradation). Ο Ricciardo πήρε τον έξτρα βαθμό του ταχύτερου γύρου μ’ αυτή τη γόμα, στον τελευταίο γύρο του αγώνα.
MEΣΗ C3: Άλλη μια κρίσιμη για τον αγώνα, γόμα που χρησιμοποιήθηκε κυρίως στο πρώτο μέρος. Επέδειξε πολύ καλή ισορροπία ανάμεσα στην απόδοση και την πτώση απόδοσης λόγω θερμικής καταπόνησης.
ΜΑΛΑΚΗ C4: Ο μόνος που χρησιμοποίησε αυτή τη γόμα κατά τη διάρκεια του αγώνα ήταν ο οδηγός της Haas, Nikita Mazepin, που έκανε τρια πιτ στοπ. Γενικά οι συνθήκες ήταν πολύ ζεστές για να αξιοποιηθεί αυτή η γόμα στο μέγιστο.
FORMULA 2: ΑΓΩΝΑΣ 2 ΚΑΙ 3
Ο οδηγός της Prema, Oscar Piastri κέρδισε από την pole τον βασικό αγώνα όπου προβλέπεται υποχρεωτικά αλλαγή ελαστικών. Εμφανίστηκε αρκετές φορές το αυτοκίνητο ασφαλείας οπότε η φθορά και η πτώση απόδοσης δεν έπαιξαν σημαντικό ρόλο. Οι περισσότεροι οδηγοί εκκίνησαν με την P Zero κόκκινη μαλακή γόμα και μετά άλλαξαν στον 8ο γύρο σε P Zero κίτρινη μέση γόμα, αποκτώντας πλεονέκτημα χάρη στο «δωρεάν πιτ στοπ» που τους εξασφάλισε το δεύτερο αυτοκίνητο ασφαλείας. Ο οδηγός της Carlin, Dan Ticktum ρίσκαρε κάνοντας ακριβώς το αντίθετο: Διένυσε 22 γύρους με τη μέση γόμα και έβαλε την μαλακή γόμα ελπίζοντας να εμφανιστεί στο τέλος, αυτοκίνητο ασφαλείας. Η ευχή του πραγματοποιήθηκε 8 γύρους πριν το φινάλε και κατάφερε ν’ ανέβει από την 8η στην 3η θέση στο φινάλε, εκμεταλλευόμενος την έξτρα ταχύτητα της φρέσκιας μαλακής γόμας. Ο αγώνας τελείωσε υπό το αυτοκίνητο ασφαλείας στην 4η εμφάνισή του, με δεύτερο τον οδηγό της UNI-Virtuosi, Guanyu Zhou (εκκινούσε 3ος). Ο Zhou υπολείπεται 15 βαθμούς από τον Piastri στην κούρσα του τίτλου.
Mario Isola – Επικεφαλής F1 και αγώνων αυτοκινήτου: “Αμφότεροι οι οδηγοί της McLaren ακολούθησαν την ίδια στρατηγική από μέση σε σκληρή γόμα που υιοθετήθηκε και από την πλειοψηφία στο grid. Ο Valtteri Bottas και η Mercedes έδειξαν ότι ήταν εφικτή και η αντίστροφη στρατηγική. Η απόδοση της σκληρής γόμας αναδείχτηκε και με την επίτευξη του ταχύτερου γύρου από τον Daniel Ricciardo στον τελευταίο γύρο. Ο Αυστραλός διαχειρίστηκε τέλεια τον αγώνα μετά την επανεκκίνηση. Οι ζεστές συνθήκες ταίριαζαν καλύτερα στη σκληρή και τη μέση γόμα αμφότερες παρουσίασαν ελάχιστη πτώση απόδοσης λόγω θερμικής καταπόνησης. Αντίθετα η θερμοκρασία ήταν πολύ υψηλή για να εκμεταλλευτεί κανείς το πλεονέκτημα ταχύτητας της μαλακής γόμας.”