Η Formula 1 επιστρέφει στην Ιαπωνία έξι μήνες μετά την τελευταία της επίσκεψη στη χώρα. Φέτος, το Ιαπωνικό Grand Prix πραγματοποιείται Απρίλιο για πρώτη φορά στην ιστορία του: Μέχρι και πέρυσι ο αγώνας ήταν πάντα στο πρόγραμμα, στο δεύτερο μέρος της σεζόν, Σεπτέμβριο ή Οκτώβριο. Ως αποτέλεσμα, η Σουζούκα έχει αναδείξει συχνά πρωταθλητές – τόσο στους οδηγούς όσο και στους κατασκευαστές. Αυτό συνέβη και τα τελευταία δυο χρόνια: το 2022, ο Max Verstappen σφράγισε τον δεύτερο τίτλο του σ’ αυτή την πίστα, ενώ πέρυσι η Red Bull εξασφάλισε τη διατήρηση του τίτλου των κατασκευαστών.
Το τέταρτο Grand Prix της σεζόν συμπίπτει με την εποχή των ανθισμένων κερασιών – ή Sakura – μεταξύ τέλους Μαρτίου και αρχές Απριλίου στην Ιαπωνία. Είναι επίσης η πρώτη φορά που το Ιαπωνικό Grand Prix θα διεξαχθεί αυτή την εποχή: το πρώτο Grand Prix του Ειρηνικού έλαβε χώρα στην Αΐντα στις 17 Απριλίου 1994, πριν μεταφερθεί στον Οκτώβριο του 1995. Η πρώιμη άνοιξη συνεπάγεται χαμηλότερες θερμοκρασίες από ότι είναι συνηθισμένες οι ομάδες στην Ιαπωνία. Οι μέσες θερμοκρασίες αυτή την εποχή κυμαίνονται μεταξύ 8°C και 13°C.
Η Σουζούκα είναι μια πραγματικά κλασσική διαδρομή: η πίστα 5.807 μέτρων ανήκει στη Honda και δοκιμάζει τις ικανότητες των οδηγών με μια απαιτητική χάραξη σχήματος «8», μοναδική στη Formula 1. Εκτός από το γεγονός ότι θέτει μια εξαιρετική πρόκληση για μονοθέσια και οδηγούς, η πίστα δοκιμάζει επίσης τα ελαστικά: τόσο από άποψη φθοράς – λόγω υψηλών επιπέδων τραχύτητας ασφάλτου – όσο και από τις δυνάμεις και τα φορτία, στα οποία υπόκεινται τα ελαστικά σε όλες τις στροφές που συνθέτουν έναν γύρο. Ως συνήθως, η Pirelli επέλεξε τις πιο σκληρές γόμες: η C1 θα είναι το σκληρό ελαστικό, η C2 το μεσαίο ελαστικό και η C3 το μαλακό ελαστικό. Αυτή η επιλογή χρησιμοποιήθηκε και στο Μπαχρέιν για τον πρώτο αγώνα της σεζόν.
Η συνήθης στρατηγική αγώνα, είναι αυτή των δυο αλλαγών, λόγω της ενέργειας που μεταφέρεται από τα ελαστικά και της πίεσης στην οποία, αυτά υπόκεινται. Ωστόσο, οι χαμηλότερες θερμοκρασίες μπορεί να δώσουν τη δυνατότητα και για στρατηγική μιας αλλαγής ειδικά στους οδηγούς που είναι ευγενικοί με τα ελαστικά τους. Από την άλλη πλευρά, οι χαμηλές θερμοκρασίες μπορεί να δυσκολέψουν τη διατήρηση των ελαστικών στο σωστό παράθυρο λειτουργίας, ιδιαίτερα στον πρώτο γύρο εξόδου από τα πιτ. Η στρατηγική της μιας αλλαγής μειώνει επίσης την αποτελεσματικότητα προσπέρασης στα πιτ (undercut), η οποία είναι συνήθως πολύ χρήσιμη στη Suzuka. Αναμένεται η σκληρή και η μεσαία γόμα να πρωταγωνιστήσουν στον αγώνα.
Μετά το Ιαπωνικό Grand Prix θα πραγματοποιηθούν δύο ημέρες δοκιμών εξέλιξης των ελαστικών Pirelli – Τρίτη 9 Απριλίου και Τετάρτη 10 Απριλίου – με τις ομάδες Stake F1 Team Kick Sauber και Visa Cash App RB. Αντικείμενο η δοκιμή σκελετών και γομών για την επόμενη σεζόν. Μέχρι στιγμής έχουν πραγματοποιηθεί 37 Ιαπωνικά Grand Prix, τα 33 από αυτά έχουν διεξαχθεί στη Σουζούκα. Τα υπόλοιπα τέσσερα έγιναν στην πίστα Φούτζι, η οποία ανήκει στην Toyota. Πολυνίκης οδηγός εξακολουθεί να είναι ο Michael Schumacher με έξι νίκες: ο Γερμανός έχει επίσης τις περισσότερες pole positions (8) και τις περισσότερες εμφανίσεις στο βάθρο (9). Όσον αφορά στα επιτεύγματα των κατασκευαστών, η McLaren έχει τις περισσότερες νίκες (9) ενώ η Ferrari έχει τις περισσότερες pole position (10).
Η πίστα της Suzuka απαρτίζεται από 18 στροφές, μερικές από τις οποίες – όπως η Spoon, η 130R και ο ανηφορικός συνδυασμός μεταξύ των στροφών 2 και 7 – είναι από τις πιο διάσημες στο ημερολόγιο του παγκόσμιου πρωταθλήματος. Λιγότερο γνωστές είναι οι δύο στροφές Degner, που πήραν το όνομά τους από τον, Γερμανό αναβάτη μοτοσικλετών Ernest Degner της δεκαετίας του 1950 και του 1960.
Γεννημένος στο Gleiwitz (στα υψίπεδα της Σιλεσίας της Πολωνίας) το 1931 μεγάλωσε στην Ανατολική Γερμανία, ήταν ένας από τους πιο εξέχοντες αναβάτες στην Ανατολική Ευρώπη. Έτρεξε με δίχρονες μοτοσυκλέτες MZ σχεδιασμένες από τον Walter Kaaden: έναν λαμπρό μηχανικό που εργάστηκε για τους Γερμανούς στο Peenemunde κατά τη διάρκεια του Β’ Παγκοσμίου Πολέμου: Αυτή ήταν η μυστική ερευνητική εγκατάσταση όπλων του Αδόλφου Χίτλερ. Χάρη στη δημιουργικότητα του Kaaden, οι MZ μπόρεσαν να νικήσουν όχι μόνο τον ευρωπαϊκό ανταγωνισμό αλλά και τις Ιαπωνικές εταιρείες που μόλις άρχιζαν να δημιουργούν τη φήμη τους.
Το 1960, για παράδειγμα, η Suzuki για πρώτη φορά έτρεξε σε διεθνή αγώνα, αλλά η ιαπωνική μοτοσυκλέτα ήταν δραματικά αργή. Τερμάτισε στο Isle of Man TT του 1960, 15 ολόκληρα λεπτά πίσω από τον νικητή. Ήταν σαφές ότι η ιαπωνική εταιρεία χρειαζόταν επειγόντως τεχνογνωσία, αλλά πού να τη βρει; Η απάντηση ήρθε με τη μορφή μιας τυχαίας συνάντησης που πραγματοποιήθηκε τον επόμενο χρόνο μεταξύ του Degner και του προέδρου της εταιρείας Shunzo Suzuki. Κατά τη διάρκεια της συνομιλίας τους, ο Degner είπε ότι είχε κουραστεί από τη βαρετή ζωή του, στην Ανατολική Γερμανία, καθώς ο υπόλοιπος κόσμος είχε αρχίσει να βγαίνει από τη μεταπολεμική λιτότητα: είχε επίσης βαρεθεί τη συνεχή παρακολούθηση από τη Στάζι – τη μυστική αστυνομία – που τον ακολουθούσε σε κάθε αγώνα.
Επειδή η Στάζι ανησυχούσε πολύ μήπως ο Degner αποστατήσει, απαγόρευε στην οικογένειά του να πάει στους διεθνείς αγώνες, έτσι ώστε ο αναβάτης να γυρίζει στο σπίτι. Ο Degner ενοχλούνταν επίσης από το γεγονός ότι οι περισσότεροι αναβάτες – ακόμα και αυτοί με λιγότερο ταλέντο – πληρώνονταν πολύ περισσότερο από αυτόν, καθώς υπό το καθεστώς της πατρίδας του έπρεπε να συμβιβαστεί με το μισθό εργάτη της MZ.
Επετεύχθη γρήγορα μια συμφωνία: ο Degner θα γίνονταν πολιτικός πρόσφυγας, θα βοηθούσε τη Suzuki να αναπτύξει τις μοτοσυκλέτες της και μετά θα έτρεχε για τους Ιάπωνες. Όμως δεν ήθελε ν’ αφήσει στην Ανατολική Γερμανία την οικογένειά του. Με το Τείχος του Βερολίνου να έχει μόλις υψωθεί, η απομάκρυνσή τους φάνταζε αδύνατη. Έτσι, κατά τη διάρκεια του Σαββατοκύριακου του Grand Prix της Σουηδίας το 1961 (το οποίο έλαβε χώρα στο Kristianstad), ο Degner οργάνωσε την απόδραση της οικογένειάς του, με τη βοήθεια ενός φίλου από τη Δυτική Γερμανία που έκανε συχνά επαγγελματικά ταξίδια στο Ανατολικό Βερολίνο. Ο φίλος του, έβγαλε λαθραία την οικογένεια, στο πορτμπαγκάζ μιας Lincoln Mercury, με τον Degner να ποντάρει στο γεγονός ότι η Στάζι παρακολουθούσε τον ίδιο τα Σαββατοκύριακα των αγώνων στο εξωτερικό και όχι την οικογένειά του, στο σπίτι.
Στο συγκεκριμένο αγώνα εγκατέλειψε λόγω βλάβης του κινητήρα και στη συνέχεια κατέφυγε στη Δυτική Γερμανία για να ενωθεί με την οικογένειά του πριν μετακομίσει στο Hamamatsu, όπου βρισκόταν η έδρα της Suzuki. Η MZ ακύρωσε αμέσως το πρόγραμμα αγώνων στο εξωτερικό, σε περίπτωση που κάποιος άλλος είχε τη φωτεινή ιδέα να ακολουθήσει το παράδειγμα του Degner.
Ο Degner έτρεξε για τη Suzuki το 1962 παρά το γεγονός ότι ζούσε με τον διαρκή φόβο της δολοφονίας του από τη Στάζι. Κατάφερε να κερδίσει τον πρώτο παγκόσμιο τίτλο στην κατηγορία των 50 κυβικών. Όμως το όνειρο μετατράπηκε σε εφιάλτη την επόμενη χρονιά. Στο Ιαπωνικό Γκραν Πρι στη Σουζούκα έπεσε από τη μοτοσυκλέτα του στο σημείο που τώρα είναι γνωστό ως στροφές Degner. Το ρεζερβουάρ καυσίμου εξερράγη και ο ίδιος υπέστη σοβαρά εγκαύματα που απαιτούσαν πάνω από 50 μεταμοσχεύσεις. Επέστρεψε στους αγώνες την επόμενη χρονιά, αλλά μετά από μια σειρά ατυχήματα αποσύρθηκε οριστικά το 1966. Η ζωή με συνεχή πόνο τον οδήγησε να εθιστεί στη μορφίνη: ο θάνατός του το 1983, σε ηλικία μόλις 51 ετών (όταν ζούσε στην Τενερίφη) καταγράφηκε επίσημα ως καρδιακή προσβολή. Πολλοί πιστεύουν ότι προκλήθηκε από υπερβολική δόση, ενώ κάποιοι θεωρούν ότι ήταν αποτέλεσμα ενεργειών της Στάζι. Σε κάθε περίπτωση, οι στροφές 8 και 9 της πίστας της Suzuka φέρουν το όνομα του σπουδαίου αυτού αναβάτη ως φόρο τιμής στη συμβολή του, στην Ιαπωνική ιστορία της μοτοσικλέτας.