Pirelli: Ο Max Verstappen το ξαναέκανε στη Βαρκελώνη!

    Ο Max Verstappen επιβεβαίωσε για άλλη μια φορά την κυριαρχία του στον δέκατο γύρο του πρωταθλήματος. Ο οδηγός της Red Bull πέτυχε μια σημαντική νίκη στο Grand Prix της Ισπανίας, επικρατώντας σε μάχη τροχό με τροχό, πρώτα με τον Lando Norris και έπειτα με τον George Russell. Ο Ολλανδός έκανε εξαιρετική διαχείριση των ελαστικών καθ’ όλη τη διάρκεια του αγώνα. Το βάθρο περιλάμβανε τους τρεις πρώτους οδηγούς της εκκίνησης. Ο Norris δοκίμασε μια διαφορετική στρατηγική από τον Verstappen, καθώς ο Ολλανδός τον προσπέρασε στην εκκίνηση. Επιμήκυνε τα δύο πρώτα μέρη αγώνα( μπήκε οκτώ γύρους αργότερα με τη μαλακή γόμα και τέσσερις γύρους αργότερα με τη μέση γόμα για να προσπαθήσει να πιάσει τον πρωτοπόρο στο τέλος έχοντας πιο φρέσκα μαλακά ελαστικά. Ωστόσο, αξίζει να σημειωθεί ότι ο Max χρησιμοποίησε το δικό του σετ καινούργιας μαλακής γόμας C3 στο τελευταίο stint, ενώ ο Norris είχε χρησιμοποιήσει τα δικά του στην εκκίνηση.

    Ο Lewis Hamilton τερμάτισε τρίτος, επιστρέφοντας στο βάθρο για πρώτη φορά από το Μεξικάνικο Grand Prix της περασμένης χρονιάς. Από το ντεμπούτο του το 2007, για 18 συνεχόμενες σεζόν, ο επτάκις παγκόσμιος πρωταθλητής έχει καταφέρει να τερματίσει στην πρώτη τριάδα τουλάχιστον μία φορά. Ήταν η 61η νίκη του Verstappen και η τέταρτη σε αυτή την πίστα, όπου πριν από οκτώ χρόνια πήρε την παρθενική του νίκη στη Formula 1. Για τη Red Bull, είναι η 120η νίκη, η έβδομη στους δέκα αγώνες αυτής της σεζόν και αυτοί οι αριθμοί σημαίνουν ότι ο Ολλανδός είναι υπεύθυνος για λίγο παραπάνω από το μισό των συνολικών νικών της ομάδας.

    Τα ελαστικά στην πίστα

    Δεν υπήρξαν εγκαταλείψεις στον αγώνα: 11 από τους 20 οδηγούς συμπλήρωσαν τους 66 γύρους, ενώ 9 τερμάτισαν ένα γύρο πίσω. Οι 19 οδηγοί που παρατάχτηκαν στην εκκίνηση, ξεκίνησαν με τα μαλακά ελαστικά C3, ενώ ο Άλμπον, που ξεκίνησε από τα pit λόγω προβλήματος, χρησιμοποίησε τη μέση γόμα C2. Οι αλλαγές ελαστικών ξεκίνησαν από τον 9ο γύρο με τον Tsunoda, αλλά οι πρωτοπόροι περίμεναν μέχρι τον 15ο γύρο (Sainz και Russel) για να αλλάξουν σε μέση γόμα. Οι Norris και Leclerc παρατείναν όσο το δυνατόν περισσότερο το πρώτο μέρος. Ο Βρετανός έφτασε μέχρι τον 23ο γύρο και ο Μονεγάσκος ως τον 24ο. Στο τελευταίο μέρος του αγώνα μπήκαν στο παιχνίδι και τα σκληρά ελαστικά χρησιμοποιούμενα από τους περισσότερους οδηγούς. Ωστόσο, μεταξύ των πρωτοπόρων, τα μαλακά ελαστικά κυριάρχησαν για το τελευταίο μέρος του αγώνα. Ήταν επιλογή των Verstappen, Hamilton, Leclerc αλλά και του διδύμου της McLaren. Μόνο οι Sainz και Russell επέλεξαν τα σκληρά ελαστικά.

    Μόνο δύο οδηγοί, οι Perez και Tsunoda, έκαναν τρεις αλλαγές, ενώ δώδεκα οδηγοί χρησιμοποίησαν και τις τρεις διαθέσιμες γόμες. Εκτός από τους πέντε οδηγούς που αναφέρθηκαν ήδη, οι μόνοι οδηγοί που δεν το έκαναν ήταν οι Perez, Albon και Bottas. Ο Φινλανδός συμπλήρωσε τη μεγαλύτερη απόσταση με τη σκληρή γόμα διανύοντας 37 γύρους. Αντίστοιχα ο Ζhou συμπλήρωσε 32 γύρους με τη μέση γόμα και ο Leclerc κατάφερε να ολοκληρώσει 24 γύρους με τα μαλακά ελαστικά.

    O Mario Isola διευθυντής Motorsport Pirelli τόνισε ότι: «Ήταν ένας πολύ έντονος και κατά διαστήματα θεαματικός αγώνας. Σκέφτομαι την απίστευτη εκκίνηση του Russell, παρόμοια με αυτή του Alonso το 2011 αλλά και τις μονομαχίες μεταξύ του George, πρώτα με τον Max και μετά με τον Lando. Ο αγώνας μεταξύ των πρωτοπόρων ήταν σαν μια παρτίδα σκάκι ανάμεσα στις τέσσερις ομάδες που κατέλαβαν τις οκτώ πρώτες θέσεις, με τις κινήσεις να αποτελούνται από στρατηγικές επιλογές και διαχείριση ελαστικών. Ωστόσο, από την πλευρά μας, ήταν στην πραγματικότητα ένας πολύ γραμμικός αγώνας. Οι τρεις διαθέσιμες γόμες απέδωσαν σύμφωνα με τις προσδοκίες, τόσο όσον αφορά στην φθορά όσο και στην πτώση απόδοσης λόγω θερμικής καταπόνησης παρά το γεγονός ότι οι θερμοκρασίες ήταν σημαντικά υψηλότερες από τις προβλεπόμενες. Το ίδιο ισχύει και για τις στρατηγικές, όσον αφορά στη χρήση των ελαστικών και στα παράθυρα pit stop. Η μαλακή και η μέση γόμα είχαν την καλύτερη απόδοση. Παρά τις υψηλότερες θερμοκρασίες, η σκληρή γόμα  δυσκολεύτηκε λίγο όσον αφορά στη συνολική απόδοση, χωρίς να προσφέρει σημαντικό πλεονέκτημα σε αντοχή στη θερμική καταπόνηση».