Που αφανίζονται κατά χιλιάδες οι «καλοπληρωμένες δουλειές»;

Το πλεόνασμα εργαζομένων μετά την πανδημία και οι ισχυροί κανόνες προστασίας τους συγκαλύπτουν ανησυχητικές αλλαγές στην αγορά εργασίας της Γερμανίας, όσον αφορά υψηλά αμειβόμενες θέσεις στη βιομηχανία.

Ενώ η Γερμανία εξακολουθεί να προσθέτει πολλές χαμηλά αμειβόμενες θέσεις εργασίας, η ζωτικής σημασίας εγχώρια αυτοκινητοβιομηχανία των 564 δισ. ευρώ συναντά εμπόδια στη μετάβαση στην ηλεκτροκίνηση, τα οποία δεν απαιτούν τόσο πολύπλοκη μηχανική —ή εργασία— όσο αυτά που κινούνται με κινητήρα εσωτερικής καύσης.

Πρόσφατα ο διευθύνων σύμβουλος της VW Oliver Bloum ανακοίνωσε ότι η εταιρεία δεν θα τηρήσει την υπόσχεση της να μην κόψει δουλειές μέχρι το 2029. Εξετάζεται επίσης το κλείσιμο εργοστασίων στη Γερμανία, κάτι που δεν έχει ξανασυμβεί στην 87χρονη ιστορία της αυτοκινητοβιομηχανίας.

Η απασχόληση στον κλάδο έπιασε υψηλό το 2018, ενώ μειώθηκε κατά 6,5%, σε 780.000 εργαζόμενους, πέρυσι. Είναι πιθανό να μειωθεί περαιτέρω, καθώς ο ανταγωνισμός από ξένες μάρκες ηλεκτρικών οχημάτων προκαλεί τη πολλές ευρωπαϊκές αυτοκινητπβιομηχανίες και δη γερμανικές.

Επίσης το εγχώριο δίκτυο προμηθευτών της αυτοκινητοβιομηχανίας έχει πληγεί σκληρά. Μια έρευνα της συμβουλευτικής Horvath σε 50 απ’ αυτούς τον Αύγουστο αποκάλυψε ότι το 60% σχεδιάζει να μειώσει το εργατικό δυναμικό στη Γερμανία τα επόμενα πέντε χρόνια.

Η Continental, ο τρίτος μεγαλύτερος προμηθευτής στη Γερμανία, με ετήσια έσοδα 41,4 δισ. ευρώ, αποφάσισε να εγκαταλείψει τον κλάδο των ανταλλακτικών και να επικεντρωθεί στα ελαστικά. Καταργεί χιλιάδες θέσεις εργασίας, καθώς θα διαχωρίσει τη μονάδα αισθητήρων και συστημάτων πέδησης.

Ο Bernd Fitzenberger, διευθυντής του Ινστιτούτου Ερευνών για την Απασχόληση IAB, περιέγραψε την κατάσταση στην αγορά εργασίας της Γερμανίας ως «ιδιαίτερα ανησυχητική».

Ο Ulrich Sittard, συνεργάτης στη δικηγορική εταιρεία Freshfields Bruckhaus Deringer που συμβουλεύει μερικές από τις μεγαλύτερες εταιρείες της χώρας για μειώσεις προσωπικού, είπε ότι οι δουλειές του που αφορούν απολύσεις έχουν διπλασιαστεί τα τελευταία δύο χρόνια. «Αντιλαμβάνομαι ότι η περικοπή θέσεων εργασίας στις γερμανικές blue-chips έχει ανέλθει στο υψηλότερο επίπεδο μετά την οικονομική κρίση».

Δεδομένου ότι η οικονομία συρρικνώνεται στα τρία από τα τελευταία έξι τρίμηνα, ορισμένοι πιστεύουν ότι οι εταιρείες κρατούν περισσότερους εργαζομένους απ’ όσους χρειάζονται. Αντί να κόψουν δουλειές, κρατούν τον κόσμο λόγω φόβων ότι η ταχεία γήρανση της γερμανικής κοινωνίας θα μπορούσε να οδηγήσει σε ευρεία έλλειψη ειδικευμένων εργαζομένων.

«Πριν από είκοσι χρόνια, δύο χρόνια αναιμικής ανάπτυξης θα προκαλούσαν πολύ μεγαλύτερη αύξηση της ανεργίας», δήλωσε ο Holger Schafer, ειδικός επί της αγοράς εργασίας στο Γερμανικό Οικονομικό Ινστιτούτο IW, δεξαμενή σκέψης που χρηματοδοτείται από εργοδότες.

Η αύξηση της ανεργίας μπορεί εν μέρει να εξηγηθεί από την εισροή 1 εκατομμυρίου προσφύγων από την Ουκρανία, εκ των οποίων τα τρία τέταρτα είναι σε παραγωγική ηλικία. Ωστόσο 200.000 έχουν βρει δουλειά, 210.000 λαμβάνουν επίδομα ανεργίας και άλλοι 300.000 βρίσκονται υπό κατάρτιση.

Καθώς οι εργαζόμενοι προστατεύονται από τους αυστηρούς γερμανικούς νόμους για την απασχόληση, εταιρείες προσπαθούν να αποφύγουν τις απολύσεις και αντί αυτών αναζητήσουν συναινέσεις με ενώσεις εργαζομένων για την παροχή γενναιόδωρων πακέτων εθελούσιας αποχώρησης.

Συμπεριλαμβανομένου του προγραμματισμού και της προετοιμασίας, οι διαπραγματεύσεις με τους εργαζόμενους «μπορούν να διαρκέσουν πάνω από έναν χρόνο», είπε ο Sittard, ενώ οι εργοδότες συνήθως αποζημιώνουν την απόλυση με μισό έως ολόκληρο μηνιαίο μισθό ανά έτος προϋπηρεσίας. «Σε ορισμένους τομείς, όπως στη χημική βιομηχανία, συχνά αυξάνεται σε 1,5 μισθούς», πρόσθεσε.

Η Continental συγκαταλέγεται στις εταιρείες που επιχειρούν να ακολουθήσουν διαφορετική προσέγγιση. Το 2019 άνοιξε ένα εκπαιδευτικό κέντρο επανακατάρτισης για να «χτίσει γέφυρες προς νέες θέσεις εργασίας», για τους προσεχώς πρώην υπαλλήλους. Εργαζόμενοι σε αυτοκίνητα μπορούν να αποκτήσουν νέες δεξιότητες σε τομείς όπως η ρομποτική, η εφοδιαστική αλυσίδα και η ηλεκτρολογία.

«Είχα την αίσθηση ότι τα πολύ καλά χρόνια της αυτοκινητοβιομηχανίας τέλειωσαν και ότι θα ερχόταν ύφεση. Στο παρελθόν προσυνταξιοδοτούσαμε 57χρονους για να πετύχουμε τους στόχους μας. Αλλά αυτοί οι άνθρωποι χρειάζονται στην αγορά εργασίας — είναι ειδικευμένοι, που πληρώνουν φόρους και μπορούν να αγοράσουν περισσότερα αγαθά», είπε στους FT η διευθύντρια εργασιακών σχέσεων της εταιρείας Ariane Reinhart.