Σε μια φθίνουσα ευρωπαϊκή αγορά αυτοκινήτων, οι κατασκευαστές αντιμετώπιζαν ήδη υπερπαραγωγικές ικανότητες. Τώρα βρίσκονται υπό πίεση από τις Βρυξέλλες λόγω της μη συμμόρφωσης με τους στόχους για τη μείωση των εκπομπών CO2, που επιδεινώθηκαν από την πτώση των πωλήσεων ηλεκτρικών αυτοκινήτων. Αντιμέτωποι με αυτήν την κατάσταση, οι κατασκευαστές εξετάζουν σοβαρά να μειώσουν την παραγωγή τους κατά 2,5 εκατομμύρια μονάδες.
«Σύμφωνα με τους υπολογισμούς μας, εάν το επίπεδο των πωλήσεων ηλεκτρικών οχημάτων παραμείνει αμετάβλητο, η ευρωπαϊκή αυτοκινητοβιομηχανία θα μπορούσε να αναγκαστεί να πληρώσει πρόστιμα έως και 15 δισεκατομμυρίων ευρώ ή να εγκαταλείψει την παραγωγή άνω των 2,5 εκατομμυρίων μονάδων» ξεκαθάρισε ο Luca de Meo, προέδρος του Ομίλου Renault και της Ένωσης Ευρωπαίων Κατασκευαστών Αυτοκινήτων (ACEA), εγείροντας φόβους για το χειρότερο για την αυτοκινητοβιομηχανία στη Γηραιά Ήπειρο.
Η απειλή μιας δραστικής μείωσης του όγκου παραγωγής θα οδηγήσει αναπόφευκτα σε μέτρα μερικής ανεργίας, που έχουν ήδη παρατηρηθεί τους τελευταίους μήνες στο εργοστάσιο της Fiat στο Mirafiori της Ιταλίας. Ακόμη χειρότερα, θα μπορούσαν να εξεταστούν το ενδεχόμενο να κλείσουν εργοστάσια, όπως ανακοίνωσε ήδη ο όμιλος Volkswagen ενώ παράλληλα οι παραδόσεις των καινούριων αυτοκινήτων θα πραγματοποιούνται αρκετούς μήνες μετά την παραγγελία τους.
Προς αναδιάταξη των πωλήσεων
Με μια πιο προσεκτική ματιά θα αντιληφθεί κανείς ότι κάθε χρόνο από το 2022 καταγράφεται μια υπερπαραγωγή 3 εκατ. αυτοκινήτων που πλεονάζουν τη στιγμή σε μια ευρωπαϊκή αγορά που έχει χάσει το 20% των πωλήσεών της και αγγίζει πλέον τα 16,5 εκατ. οχήματα. Την ίδια στιγμή η συνολική παραγωγή συνεχίζει παράδοξα να σημειώνει άνοδο 10,6% με αποτέλεσμα η στρατηγική της υπερβολικής κατασκευής καινούριων αυτοκινήτων να έχει φτάσει στα όριά της.
Μόνο μια αναδιάταξη των πωλήσεων μπορεί να σώσει τους κατασκευαστές ωστόσο κάτι τέτοιο θα πρέπει να βρίσκεται συνεχώς υπό στενή παρακολούθηση καθώς είναι πολύ επικίνδυνο να επηρεάσει αρνητικά την κερδοφορία των αυτοκινητοβιομηχανιών.
Οι πωλήσεις σε εταιρείες Leasing και ενοικιάσεων θα μπορούσε να προσφέρει μια διέξοδο για τους κατασκευαστές. Ωστόσο προτεραιότητα για τις αυτοκινητοβιομηχανίες είναι πάνω απ’ όλα η πώληση ηλεκτρικών μοντέλων που αποτελεί απαραίτητη προϋπόθεση για τη συμμόρφωση με τις υποχρεώσεις των Βρυξελλών όσον αφορά τον δείκτη CAFE, ο οποίος υπολογίζει τις εκπομπές CO2 σε όλες τις πωλήσεις των κατασκευαστών. Ωστόσο, τα ηλεκτρικά οχήματα φαίνεται να αποφεύγονται από τις εταιρείες leasing και ενοικιάσεων. Παρά την υποχρέωση που επιβάλλει ο νόμος στους πράσινους στόλους, οι εταιρείες leasing και ενοικιάσεων διστάζουν να αποκτούν αμιγώς ηλεκτρικά αυτοκίνητα εξαιτίας της αστάθειας που καταγράφουν οι υπολειμματικές τους αξίες αλλά και εξαιτίας του υψηλού κόστος επισκευής σε περίπτωση ατυχήματος. Αυτοί οι δύο παράγοντες φαίνεται ότι υπερτερούν των περιβαλλοντικών εκτιμήσεων.
Στην πραγματικότητα, οι κατασκευαστές θα πρέπει να επιτύχουν ένα μείγμα πωλήσεων 25% των ηλεκτρικών οχημάτων μέχρι το 2025, παρά το φθίνον τμήμα, που σήμερα αντιπροσωπεύει λιγότερο από το 15% του μεριδίου αγοράς. Το έργο υπόσχεται να είναι ακόμη πιο δύσκολο ενόψει του αυξανόμενου ανταγωνισμού από τις κινεζικές μάρκες και της στάσης αναμονής των αγοραστών που προτιμούν τα αμιγώς υβριδικά μοντέλα που δεν φορτίζουν από εξωτερική παροχή ρεύματος. Στο πλαίσιο αυτό, η απειλή των κατασκευαστών να μειώσουν την παραγωγή τους θα μπορούσε κάλλιστα να θεωρηθεί ως στρατηγική άσκησης πίεσης στις κυβερνήσεις, ενθαρρύνοντάς τες να ξεκινήσουν εκ νέου ή να ενισχύσουν τη βοήθεια για την αγορά ηλεκτρικών οχημάτων.